Σε μια σκηνή με εφήμερο χαρακτήρα, που απευθύνεται στη νεολαία, βετεράνοι DJs εξακολουθούν να είναι δημοφιλείς και να εξελίσσουν την dance μουσική. Με αφορμή την εμφάνιση του David Morales στις 29/8 με την πανσέληνο στο «Bolivar Beach Bar» καθώς και του DJ Sneak στις 28/8 στο Future Beats 2015, ο Νίκος Βουλαλάς εξηγεί γιατί κάποιοι DJs/παραγωγοί παραμένουν –κόντρα στις μόδες– επίκαιροι.
O Carl Cox έδινε τον Ιούνιο μια συνέντευξη πριν από την εμφάνισή του στο Electric Daisy Carnival του Λας Βέγκας, όταν ξαφνικά γύρισε το κεφάλι του προς το DJ booth και είπε: «Νομίζω ότι κάποιος παίζει ένα κομμάτι μου. Ακούω το δίσκο μου!» Αυτός ο παιδικός ενθουσιασμός είναι ένας από τους λόγους που ο πάντα χαμογελαστός DJ/παραγωγός παραμένει headliner από τις αρχές του ’90 (στα rave parties Fantazia και στο θρυλικό «Hacienda» στο Μάντσεστερ ) μέχρι σήμερα, στην Ίμπιζα και τα φεστιβάλ τύπου Tomorrowland και South West Four.
Αυτήν την εβδομάδα επισκέπτονται την Αθήνα άλλοι δύο βετεράνοι DJs: ο David Morales, αφού γύρισε την Ελλάδα και γιόρτασε τα γενέθλιά του με μια εμφάνιση στο «Cavo Paradiso» της Μυκόνου, θα κάνει αξέχαστη την πανσέληνο αυτό το Σάββατο 29/8 στο «Bolivar Beach Bar», ενώ την προηγούμενη ημέρα ο DJ Sneak θα εμφανιστεί στο πλαίσιο του Future Beats 2015 στο «Terraza» στο Γκάζι, δείχνοντας στους νεότερους του line up τι πρέπει να κάνει κάποιος για να παραμείνει επίκαιρος επί 20 χρόνια σε μια σκηνή που ανανεώνεται ασταμάτητα σε ήχο και (διάττοντες ) αστέρες. Σε αυτούς να προσθέσουμε και τον Sven Vath, ο οποίος βρίσκεται από τα τέλη του 1980 στο τιμόνι των εξελίξεων της techno και της trance, και στις 26/9 γιορτάζει με την ομάδα Blend τα 10 χρόνια παρουσίας της στην εγχώρια dance σκηνή. Πώς γίνεται, λοιπόν, σε μια σκηνή που απευθύνεται στη νεολαία να επιβιώνει και να ορίζει τους μουσικούς κανόνες ο 48χρονος John Digweed ή ο 45χρονος Richie Hawtin; Πώς γίνεται ένας 42χρονος, όπως εγώ, να αισθάνεται περίεργα σε ένα club γεμάτο πιτσιρίκια που χτυπιούνται ακούγοντας τον 49χρονο Laurent Garnier;
Μια χιουμοριστική απάντηση δίνει ο DJ Sneak, ο οποίος από πρωτοπόρος του Chicago house το 1990 έφτασε στις μέρες μας να κάνει rebrand στον εαυτό του αλλά και στον house ήχο με το πολυμορφικό project I’m a House Gangster: «Κάνουμε ακόμη αυτήν τη δουλειά για τους σωστούς λόγους και όχι για 15 λεπτά δόξας στα social media. Προκαλώ όσους αποκαλούνται DJs να πάρουν μια τσάντα με τα βινίλιά μου και να παίξουν. Οι περισσότεροι δεν θα είχαν ιδέα τι να τα κάνουν. Μπορεί να τα χρησιμοποιούσαν για χιπστεράδικα τασάκια ή ρολόγια στον τοίχο!» Δεν έχει άδικο, όσο αλαζονική κι αν ακούγεται η δήλωσή του. Η δική μας εκτίμηση είναι ότι μπορεί ο Avicii να πληρώνεται με τεράστια ποσά για να παίζει EDM, αλλά σε είκοσι χρόνια μάλλον κανείς δεν θα του ζητάει να τον ρεμιξάρει. Αντίθετα, ο David Morales, ο οποίος μετέφερε την pop μουσική στα dancefloors ρεμιξάροντας Mariah Carey, Madonna και U2, εξακολουθεί να το κάνει αποτελεσματικά αν κρίνουμε από τη μεταμόρφωση του «Once Again» των The ReLOUD & Hang Massive, που έχει συνεπάρει φέτος την Ίμπιζα. Τέλος, ο λατρεμένος 52άχρονος Andrew Weatherallυπήρξε ο υπεύθυνος για τον indie-dance ήχο του Μάντσεστερ στις αρχές του 1990. Από τότε βέβαια εξερεύνησε κάθε μουσικό είδος που μπορείς να φανταστείς, ενώ τα sets του (όπως ακούσαμε το χειμώνα στο «Six D.O.G.S.» ) είναι ακόμη πολυσυλλεκτικά και τολμηρά, ριζωμένα σε μια underground κι εκπαιδευτική αντίληψη για το ρόλο του DJ.
Προτού... γεννηθεί ο μέσος φεστιβαλιστής του Tomorrowland και ο DJ της τρέχουσας μόδας ονειρευτεί παχυλές αμοιβές για να αραδιάσει σε ένα δίωρο τριάντα EDM anthems, οι βετεράνοι έβαλαν τις βάσεις, πειραματίστηκαν και δούλεψαν σκληρά για να φέρουν την dance μουσική στο προσκήνιο. Αλλά δεν αρκέστηκαν στο να αναφερθεί το όνομά τους σε κάποια ιστορική αναδρομή. «Δεν μου αρέσει να γίνομαι νοσταλγικός. Πότε πότε μπορεί να παίξω ένα παλιό κομμάτι, αλλά αυτό που με ενδιαφέρει είναι να παρακολουθώ την τρέχουσα παραγωγή και να παρουσιάζω κάτι φρέσκο». Αυτά αναφέρει ο Sasha, τον οποίο μπορεί να έχουμε δει να... βαριέται σε κάποιες πρόσφατες εμφανίσεις του, ωστόσο του αναγνωρίζουμε ότι στο label Last Night on Earth φιλοξενεί εξαιρετικές παραγωγές. Να λοιπόν γιατί έχουμε βάλει στην άκρη τον νερόβραστο Armin van Buuren και θαυμάζουμε τονRichie Hawtin, του οποίου τα techno events υπό την ομπρέλα «ENTER.» ήταν ο must προορισμός φέτος στην Ίμπιζα. Και να γιατί ο Tiesto δεν μας λέει τίποτα όταν DJs όπως ο Green Velvet και ο Carl Craig πατούν στην dance παράδοση για να παρουσιάζουν διαρκώς ενδιαφέρουσες μεταμορφώσεις της. «Πάντα ανατριχιάζω όταν ακούω κάτι που θέλω να μοιραστώ με το κοινό. Αυτό είναι που με κάνει να συνεχίζω», λέει ο Carl Cox, νιώθοντας το ίδιο με οποιονδήποτε νεαρό clubber που χορεύει στο dancefloor. Και αυτό δεν θα το σκεφτόταν κανένας David Guetta...
from:www.athinorama.gr